Παύλος Τσίμας-Τα Νέα
Μικρό, πολυσυζητηµένο,αλλά κατά κάποιο τρόπο πολύ επίκαιρο, ιστορικό κουίζ:
Αν το µεγάλο κραχ της Γουόλ Στριτ, το 1929, δεν είχε πυροδοτήσει µια διεθνή οικονοµική κρίση και δεν είχε βυθίσει τον κόσµο (τη Γερµανία προπάντων) σε σκοτεινή ύφεση, θα είχε ανέβει ποτέ ο Χίτλερ στην εξουσία;
Οι δάσκαλοι µας έµαθαν να µη θέτουµε ποτέ υποθετικές ερωτήσεις στην Ιστορία, αλλά εδώ την απάντηση τη δίνουν οι αριθµοί. Οσο η Γερµανία απολάµβανε ραγδαίους ...
ρυθµούς ανάπτυξης χάρη στον υπερδανεισµό της, το Εθνικοσοσιαλιστικό Κόµµα ήταν µια γραφική γελοιότητα στο περιθώριο της πολιτικής ζωής. Στις εκλογές του 1928 συγκέντρωσε κάτι λιγότερο από 3%. Μα καθώς ηδιεθνής κρίσηαπέκοπτε τη Γερµανίααπό τα κανάλια δανεισµού και την οδηγούσε σε µια κρίση χρέους που νέκρωσε την οικονοµική δραστηριότητα στη χώρα, οι ναζιστές έγιναν υπολογίσιµη δύναµη. Μόλις 2 χρόνια αργότερα, το 1930, µε τους ανέργους να ξεπερνούν τα 3 εκατ., οι εθνικοσοσιαλιστές πήραν 18%.
Και σε άλλα 2 χρόνια, το 1932, µε τη γερµανική οικονοµία νεκρή και τους επίσηµα καταγεγραµµένους ανέργους να ξεπερνούν τα 6 εκατ., ο Χίτλερ πήρε στις εκλογές 37%! Η συνέχεια είναι γνωστή. Ο Χίτλερ ανέβηκε στην εξουσία, οι εκλογές καταργήθηκαν και τη γερµανική οικονοµία ανέλαβε να αναθερµάνει η πολεµική µηχανή… Στις ΗΠΑ, από όπου είχε ξεκινήσει η κρίση (όπως, άλλωστε, και τώρα), η κατάσταση δεν ήταν καλύτερη. Στα τέλη του 1932, η Αµερική µετρούσε επισήµως 16 εκατ. ανέργους. Στην πραγµατικότητα, περίπου ένας στους δύο εργαζοµένους ήταν, πλήρως ή µερικώς, εκτός οικονοµικής ζωής. Οι τράπεζες στις περισσότερες Πολιτείες είχαν διακόψει τη λειτουργία τους, οι καταθέσεις είχαν κάνει φτερά, οι άνθρωποι έκρυβαν στο µαξιλάρι τις οικονοµίες τους και τις φρουρούσαν µε το όπλο στο χέρι. Ταραχές ξεσπούσαν παντού. Και τις παραµονές της ορκωµοσίας του, το 1933, ο νέος πρόεδρος Ρούζβελτ (όπως αργότερα αποκαλύφθηκε) δεχόταν εισηγήσεις να αναλάβει έκτακτες, δικτατορικές εξουσίες. Γιατί λοιπόν, ενώ οι συνθήκες ήταν ίδιες, η πολιτική έκβαση ήταν εντελώς διαφορετική; Γιατί τις ίδιες ηµέρες που ο φόβος κατακτούσε τη Γερµανία, στην Ουάσιγκτον ο νέος πρόεδρος διακήρυσσε πως «το µόνο που έχουµε να φοβηθούµε είναι ο φόβος»; ∆εύτερο ιστορικό κουίζ. Το οποίο δεν έχει ούτε τόσο εύκολη ούτε τόσο µονοσήµαντη απάντηση. Υποθέτω όµως ότι η εξήγηση της διαφοράς ήταν κυρίως θέµα ηγεσίας.
Και ακόµη περισσότερο θέµα ιδεών, πολιτικού σχεδίου.
Στη µεν Γερµανία, όσο η κρίση βάθαινε η πολιτική τάξη παράδερνε αδύναµη, απαξιωµένη, φθαρµένη, χαµένη στις πολιτικάντικες ασχολίες της ή στις δογµατικές εµµονές της. Το κενό κάλυψε ο µελανοχίτων όχλος που κραύγαζε «να καεί το µπ… η Βουλή» (και µαζί οι κοµµουνιστές, οι Εβραίοι και ο κόσµος ολόκληρος). Στην Αµερική, αντίθετα, µετά την καταστροφή διαµορφώθηκε ένα νέο ρεύµα ιδεών, που υποστήριζε πως χρειάζεται ισχυρή κρατική παρέµβαση στην οικονοµία και δραστικά µέτρα κοινωνικής δικαιοσύνης και άµβλυνσης των ανισοτήτων, ως θεραπεία για την κρίση και ασπίδα πρόληψης µιας επανάληψής της στο µέλλον. Ηταν ένα νέο πολιτικό σχέδιο (που αποτέλεσε µετά τον Πόλεµο τη βάση τού έως πριν από 30 χρόνια κυρίαρχου σοσιαλδηµοκρατικού κοινωνικού συµβολαίου) που βρήκε και έναν πολιτικό ηγέτη ικανό να το µεταδώσει και να ξαναδώσει ελπίδα στους ανθρώπους, ακόµη και όταν αποτύγχανε να διορθώσει την οικονοµία.
Και αυτό ακριβώς είναι που λείπει υπό τις συνθήκες της σηµερινής κρίσης.
Ηγεσία που να εµπνέει εµπιστοσύνη. Και µερικές νέες ιδέες, ένα σχέδιο που να ξαναδίνει ελπίδα στους απελπισµένους. Θα ήταν υπερβολή να πει κανείς ότι µας απειλεί ένας νέος Χίτλερ (παρότι οι νοσταλγοί του ακούγονται όλο και πιο δυνατά). Μα είναι βέβαιο ότι µας λείπει ένας νέος Ρούζβελτ και προπάντων µας λείπει ένα νέο «νιου ντιλ» για τον 21ο αιώνα. Οσο αυτά θα εξακολουθούν να λείπουν από τη ζωή µας, η ηγεσία και οι ιδέες, τόσο θα κοιτάµε από τα ύψη της οικονοµικής κρίσης τα βάθη µιας κοινωνικής αβύσσου που µας απειλεί.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου