Της Πόπης Διαµαντάκου-ΝΕΑ
Η συγκίνηση που χρησιµοποιείται ως πολιτικό επιχείρηµα είναι πιο επικίνδυνη για τη δηµοκρατία και από την πιο σκληρή κυβερνητική πολιτική.
Με ένα λαϊκιστικό παραλήρηµα έκανε την έναρξη της σεζόν ο Λάκης Λαζόπουλος, παγιδεύοντας ακόµη µία φορά το κοινό του στον ολοκληρωτισµό του συναισθήµατος. Αυτή την επικίνδυνη µέθοδο που χρησιµοποιεί τη συγκίνηση ως ...
όχηµα για να υποβάλει απλουστευτικές πολιτικές αντιλήψεις για κορυφαία προβλήµατα της σύγχρονης πραγµατικότητας. Πρώτα δηµιούργησε µια νοσταλγική, συγκινητική κατάσταση από τη συνάντηση στη σκηνή δύο παλιών, αγαπηµένων χαρακτήρων των «Μήτσων», του Χριστόφορου και του Τζίµη, τους δύο φλώρους που εκπροσωπούσαν πριν από 15 χρόνια στη σάτιρά του τα αφασικά νιάτα που παρήγε ένας υστερικός πλουτισµός. Και µετά πέρασε µε ένα σάλτο στη σηµερινή πραγµατικότητα, µε τους φορτηγατζήδες στην ίδια σκηνή να σηκώνουν πανό µε τη φράση «Αφήστε τα πληρωµένα και επιστρέψτε τα κλεµµένα». Με ένα... µπουκέτο απεργών φορτηγατζήδων για φόντο, δεν περιορίστηκε όπως άλλες φορές να ακούσει τα αιτήµατά τους αλλά πήρε θέση υπέρ τους και µετά το µικρόφωνο για να τραγουδήσει µε µουσική υπόκρουση στίχους όπως «Δεν είναι δύσκολο να τους αλλάξεις τα φώτα, να τους τραβήξεις το χαλί κάτω απ' τα πόδια… Το όνειρό µας πάει χαµένο, πού πάµε µετά…».
Επικίνδυνα νούµερα συναισθηµατολαγνικού επαναστατισµού που κάθε άλλο παρά λαζοπούλεια εφεύρεση είναι. Αντιθέτως, το είδος αυτό της εκµετάλλευσης του λαϊκού συναισθήµατος σε εποχές κρίσης, όταν είναι ακόµη πιο ευάλωτες οι συνειδήσεις, αποτέλεσε ολόκληρη επιστήµη για τα ολοκληρωτικά καθεστώτα. Είναι κρίµα για το ταλέντο του και τη σάτιρά του να τα εκχωρεί µε τέτοια ελαφρότητα σε εκείνη την ανάγκη του καλλιτέχνη να εκφράσει την εποχή του αλλά, αντί να την ακούει, πολύπλοκη και απαιτητική όπως είναι η δική του, να επιχειρεί να της επιβληθεί χρησιµοποιώντας την ευκολία της συγκίνησης.
Ως εκ τούτου, η «ιστορική» συνάντηση δύο παλαιών τηλεοπτικών χαρακτήρων από τους λαζοπουλικούς «Μήτσους» Χριστόφορου και Τζίµη στην σκηνή του «Αλ Τσαντιριού» έφερε µόνο την τηλεοπτική λάµψη των δύο πρωταγωνιστών, των Παπακαλιάτη και Λαζόπουλου. Οι ίδιοι ήταν κουρασµένοι, δεν ήξεραν ούτε τι να πουν, ούτε πού βρίσκονται – σε µια φυλακή που δεν είναι φυλακή, σε µια πραγµατικότητα που δεν είναι αληθινή αλλά είναι τα σίριαλ που έχουν παίξει.
Η πολλή τηλεόραση αλλοίωσε τους «Μήτσους», τους διέλυσε, τους εξαφάνισε. Η τηλεόραση που αποθεώνει τον sui generis Φικιώρη που κάνει προσωπικό σόου σε ανθυποκανάλι, επειδή χρησιµοποιεί διάφορες «απαγορευµένες» λέξεις µε άλλοθι «ιατρικές συµβουλές». Δεν «σπάει» έτσι ο καθωσπρεπισµός, όπως ισχυρίστηκε ο Λάκης Λαζόπουλος. Αντιθέτως βουλιάζει στον αφασικό παιδισµό, χάνει τα κριτήριά του, την κρίση του, τη συνείδησή του.
Το τηλελιβανιστήρι ουδένα ωφέλησε
Γουλιά γουλιά να την απολαύσουν ανέλυαν την τηλεθέαση της πρώτης µέρας του πρωινάδικου ανταγωνισµού στο «Μπλα-µπλα» µε τον δέοντα χουλιγκανισµό του πάνελου αφού η «δική τους», η Ελένη, είχε νικήσει. Μακριά νυχτωµένοι σε µια αδιέξοδη τηλεόραση, που δεν είναι τηλεόραση και ουδένα αφορά πλέον. Ιδίως αυτό το µεσηµεριανάδικο καναλικό παραλήρηµα αυταρέσκειας για µερικούς ρούµπους τηλεθέασης, η οποία την επόµενη, δεύτερη ηµέρα του ανταγωνισµού έδειχνε πανωλεθρία της πρώην νικήτριας.
Το µισθωµένο χειροκρότηµα των ΚουςΚουσάδων σε µια εκποµπή και σε µια παρουσιάστρια που ψάχνουν τον «βηµατισµό» στο φετινό δύσκολο τηλεοπτικό τοπίο το βαριέται το φιλοθεάµον. Ούτε θα το φανατίσουν µε τη σκηνοθεσία ποδοσφαιρικού κλίµατος και τον διαχωρισµό σε «ηµίχρονα» εκποµπών που τις βλέπει ο κόσµος για να διασκεδάσει, όχι να του σπάσουν τα νεύρα στο µέτρηµα των νούµερων. Είναι απωθητικό το διαρκές λιβάνισµα τηλεαστέρων και ουδόλως διαφέρει από το λιβάνισµα πολιτικών, που έχει φάει από την κρατική τηλεόραση ο έλλην τηλεθεατής επί χρόνια.
Τρόµαξε να γλιτώσει από µια τηλεόραση που τον θεωρούσε το λιγότερο ανόητο και την ξαναβρήκε τώρα να χρησιµοποιεί τις ίδιες µεθόδους για να προωθήσει Μενεγάκες και Κοροµηλές; Ελεος!...
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου